...Η φωνή σάμπως ανήκε στον αδερφοποιτό του ναύκληρου, μα ο καπετάνιος δεν έπαιρνε κι όρκο.
"Άιντε πάμε να πέσουμε στα πουπουλένια στρώματα, καιρό έχουμε τώρα που ξαπλάρουμε πάνω στα σκοινιά και τα σανίδια του σαπιοκάραβου"
Γέλια και σαματάς απάντησε στα λόγια του. Το τσούρμο ερχόντανε απ τα καπηλειά με κάμποσες γυναίκες να παραπατάν ζαλισμένες απ το πιοτί και να χαχανίζουν έχοντας κρεμαστεί η καθεμιά πάνω στο μπράτσο όποιου πειρατή τύχαινε δίπλα της.
Το θέαμα έμοιαζε παράταιρο καθώς οι άξεστοι πειρατές με τα φθαρμένα και λερά σκουτιά τους στέκονταν δίπλα στις κυράδες με τις δαντέλες και τα καθαρά φουστάνια τους, εργαλείο αναπόσπαστο για την δουλειά μιας πόρνης. Όλοι είχαν την φαντασίωση της έμορφης αρχόντισσας που ξέπεσε πάνω στα δικά τους χέρια.
"Άιντε πάμε να πέσουμε στα πουπουλένια στρώματα, καιρό έχουμε τώρα που ξαπλάρουμε πάνω στα σκοινιά και τα σανίδια του σαπιοκάραβου"
Γέλια και σαματάς απάντησε στα λόγια του. Το τσούρμο ερχόντανε απ τα καπηλειά με κάμποσες γυναίκες να παραπατάν ζαλισμένες απ το πιοτί και να χαχανίζουν έχοντας κρεμαστεί η καθεμιά πάνω στο μπράτσο όποιου πειρατή τύχαινε δίπλα της.
Το θέαμα έμοιαζε παράταιρο καθώς οι άξεστοι πειρατές με τα φθαρμένα και λερά σκουτιά τους στέκονταν δίπλα στις κυράδες με τις δαντέλες και τα καθαρά φουστάνια τους, εργαλείο αναπόσπαστο για την δουλειά μιας πόρνης. Όλοι είχαν την φαντασίωση της έμορφης αρχόντισσας που ξέπεσε πάνω στα δικά τους χέρια.

Κάπως έτσι κι ένα χειμωνιάτικο μεσημεράκι μετά τον καυγά με τον αδερφό του ο Ντίνος τα μάζεψε και την κοπάνησε. Του στοίχισε που για άλλη μια φορά ο Τζοβάνι πήρε το μέρος του ξένου δίχως καν να ρωτήσει τι έγινε. Όχι δεν είχε απαίτηση να τον υπερασπιστεί τ' αδέρφι του. Ήθελε όμως να μάθει πρώτα τι παίχτηκε με τον δήθεν "φίλο" τους και μετά ας κάνει ότι τον φωτίσει η γκλάβα του. Αλλά ο κεφάλας μήτε να ακούσει αφού είχε σχέδια για τον Σούλη κι ο μικρός του χάλαγε την συνταγή. Έτσι κι αυτός στραβωμένος μάζεψε τα μπογαλάκια του, ένα σακ βουαγιάζ όλο κι όλο κι ένα πεντοχίλιαρο στην τσέπη, και την κοπάνησε δίχως να πει κουβέντα.



