Καθότι μαγειράκος στο χόμπι και το επάγγελμα σαν να ζύγωσε κι η ώρα να πω κάτι και γιαυτό.
Μεγάλη καψούρα το μαγείρεμα κι η κουζίνα από πιτσιρίκος τότε που πρόσεχα τα 4 μικρά αδέρφια μου, όταν η μάνα έλειπε στο χωράφι, κι αυτά τα θηριάκια όλο και κάτι σκαρφίζονταν για να με τρέχουν. Κι είχαν τα άτιμα και μια λίμα άλλο πράγμα κάθε δυο και τρεις όλο να μασουλάνε θέλανε.
Έτσι κι εγώ βρήκα τον τρόπο να τα έχω ήρεμα και χορτάτα παίζοντας το παιχνίδι της κουζίνας. Κατ αρχάς τα κορίτσια σαν πιο μικρά, κάναν τους πελάτες, οι άλλοι δυο αφού θελαν να κάνουν τους μεγάλους άντρες, τους έχωσα κι εγώ βοηθούς μαγείρου κι ήρθαν στα ίσα τους. Απλά πράγματα. Όλα αυτά τα θυμάμαι και γελάω με πολύ νοσταλγία κάθε φορά που ξεκινάω να μαγειρέψω εκείνο το ριζότο που πρώτα έφτιαξα, τότε μαζί τους. Για πάμε να το κάνουμε πάλι όπως παλιά πριν κάμποσες δεκαετίες.
Τζένη & Λίτσα στο τραπέζι διαβάζουν τον υποθετικό κατάλογο, αλλά η φωνή του Δημητράκη σαν πρώτος βοηθός, ενημερώνει πως η σπεσιαλιτέ είναι ριζότο του χωρικού. Κι αυτά να ρωτάνε και τι είναι το ριζότο; Ρίζες απ το χωράφι; Η μαμά δεν έφερε τίποτα τέτοιο...
Ο Άγης φέρνει ένα κρεμμύδι μεγάλο κι ο Δημητράκης το μικρό τσουβαλάκι με το ρύζι κι εξηγώ στα πελατάκια μας, ότι είναι μια αρχαία νοστιμιά από μια χώρα μακρινή, που οι κάτοικοί της έχουν μάτια σχιστά, να κάπως έτσι και τραβώ στα πλάγια λίγο τα μάτια μου. Αυτά γελάνε και μιμούνται ότι βλέπουν.
Το κρεμμύδι λοιπόν καθαρίζεται και ψιλοκόβεται μικρά μικρά κυβάκια, όπως έβλεπα την μάνα μου να κάνει κάθε φορά που έφτιαχνε την γέμιση για τα γιομιστά της. Αχ ρε μάνα και να ξερες τι ιδέες κατέβαζε η κεφάλα μου κάθε φορά που ερχόμουν τάχα να δω και να σε βοηθήσω.....
Πέφτει λοιπόν το κρομμυδάκι στην κατσαρόλα που καίει μια καλή κουταλιά της σούπας φρέσκο Μεσσηνιακό ελαιόλαδο κι αρχίζει το πανηγύρι. Κάπου εκεί σκέφτομαι, σαν να πηγαίνει κι ένα μικρούτσικο σκορδάκι αφού ξαδερφάκια είναι και ψιλοκόβω σβέλτα κι αυτό μέσα, μην προλάβει και μου καεί το κρεμμύδι. Και για να χω και σίγουρο το κεφάλι μου, ρίχνω και ένα φλιτζάνι του καφέ νερό μέσα, και να τα πρώτα τσιτσιρίσματα κι αφρίσματα από την βράση. Αλλά η άγνοια του πρωτάρη κι η δίψα του για δημιουργία όλα αυτά τα θεωρεί ως την χαρά του παιχνιδιού.
Ναι άλλα κάπου είδα, ότι το ριζότο πρέπει να κιτρινίζει και τώρα τι να βάλω μέσα; Δημητράκη για πιάσε ένα κύβο βοδινό απ το ψυγείο. Ούπς πάει κι αυτό μέσα, αλλά σαν να φαίνεται κάπως σκούρο τώρα όλο αυτό, δεν βάζουμε και μια κουταλιά μουστάρδα Άγης πιάσε την μουστάρδα γρήγορα, άιντε κανε καμιά δουλειά, τι σόι βοηθός είσαι εσύ; Λίγο νεράκι ακόμα γιατί σαν να ψιλοκολλάει η κατσαρόλα, και μια καλή κουταλιά μουστάρδας για να κιτρινίσει απ το κακό του ότι βράζει.
Ρύζι τώρα, αλλά πόσο να βάλω; Η μάνα έβαζε τρεις φλυτζάνες μεγάλες για να φάμε όλοι, τώρα εγώ να βάλω δυο κι όπου φτάσει, άμα περισσέψει έχουμε και την Τούρκα έξω, αυτή η σκυλίτσα τρώει τα πάντα, μέχρι κάστανα μασουλάει. Να και το ρύζι! Ωχ τι έγινε και στούμπωσε έτσι; μάλλον νερό θέλει αλλά πόσο να βάλουμε ρε Δημητρό, μην μας βγει και σούπα. Σάμπως ξέρει κι αυτός ο φουκαράς που χει μείνει να με κοιτά, που γυρνάω σαν την σβούρα στην κουζίνα, κι όλο κάτι θέλω και κάτι ψάχνω. Μέχρι που μου πετά και το κορυφαίο : Άμα εσύ είσαι μάγειρας κι εγώ είμαι Σαραβάκος. Μεγάλος οπαδός του ο Δημητράκης, και φανατικός Βάζελος μέχρι και σήμερα. Βάλε ρε μούργο, ένα μπρικάκι με νερό να χω δω να βράζει μπας και μας χρειαστεί παρακάτω, που θες να γίνεις και Σαραβάκος, στραβοπόδη, πήρε την πληρωμένη απάντηση ο μικρός. Τέσσερα χρονάκια πιο μεγάλος είμαι, κι εκεί αυτός, συνεχίζει να μου την μπαίνει και να μου πουλά εξυπνάδα το νιάνιαρο.
Οι πελάτισσές μας γελάνε και κουτσομπολεύουν συνεχώς, κι όλο συμβουλές κι υποδείξεις είναι, πως η μαμά τους μαγειρεύει καλύτερα, και κάνει αυτό κι εκείνο και το άλλο. Αμάν πια, γλώσσα δεν βάζουν μέσα τα σκασμένα. Ει! οι πελάτες περιμένουν, δεν μαγειρεύουν, πετάγεται μια στιγμή κι ο Άγης, που τόση ώρα παρακολουθεί κι εμάς κι αυτές. Περιμένετε να δούμε τι θα κάνει πάλι ο ζουρλός, η θα φάμε, η φωτιά θα μας βάλει, όπως τότε που παίζαμε τους Ινδιάνους κι ήθελε να στείλει σήματα καπνού.
Τα τσογλανάκια πάντα μου θυμίζανε ότι πατάτα είχα κάνει στην καριέρα μου. Ας είναι, θα τους δείξω εγώ, μια μέρα θα γίνω μάγειρας, κι άμα μου έρχονται για πελάτες τελευταίοι θα τρώνε και θα πληρώνουν κι ακριβότερα τα τομάρια.
Πάλι ήπιε το νερό κι αυτό το παλιορύζι, αχ τι θα κάνω δεν το προλαβαίνω, το μπρικάκι όλο βράζει και ποτέ δεν φτάνει. Να ρίξω και λίγο βουτυράκι που θυμάμαι βάζει κι η μάνα στο πιλάφι της. Αχού ξέχασα να βάλω και λιγάκι δυόσμο που μου αρέσει. Άγη κόψε 5-6 φύλλα δυόσμο απ την γλάστρα στην αυλή και λιγάκι βασιλικό ρε, και σβέλτα. Τι καλά να χεις και βοηθούς όταν μαγειρεύεις, ότι θες στο φέρνουν και μαθαίνουν κιόλας από σένα. Ωραία είναι μ' αρέσει, όταν θα μαι μεγάλος μάγειρας θα χω πολλούς βοηθούς να φτιάχνουν τα υλικά αυτοί όλα, και μετά εγώ θα μαγειρεύω και θα χαίρομαι την δημιουργία κάθε καινούριου φαγητού. Γιατί εγώ θέλω να φτιάχνω δικά μου καινούρια φαγητά κι όχι όλα αυτά που τρώμε κάθε μέρα σπίτι, όλο τα ίδια και τα ίδια και ειδικά όχι τις παλιομπάμιες. Γιαχ! με τα παλιοσάλια τους, κι εκείνες τις βρωμοσουπιές με σπανάκι που μετά βρωμά όλο το σπίτι σουπίλα,,,
(Ποτέ δεν τα συμπάθησα αυτά τα δυο εδέσματα για κάποιους άλλους, αηδιάσματα για μένα. Τα μαγειρεύω ναι, αλλά με κρύα καρδιά ειδικά τις σουπιές, οπού στάζω και μια ψιλή κρασάκι για να σπάζει η σουπίλα που δεν αντέχω με τίποτε)
Μπράβο ρε Αγησίλαε, σφαίρα είσαι αγόρι μου, φέρτα να τα πλύνω μια στιγμή και να τα κόψω κι αυτά. Αλλά αν δεν τους αρέσουν μέσα; Ας μην τα κόψω καλύτερα κι άμα βράσουν τα βγάζω κι ούτε γάτα μήτε ζημιά. Πάει κι αυτό. Αχ κι άλλο νερό θέλει το ρημάδι όλο διψάει. Χμ τι άλλο να βάλω μέσα; Κάπου είδα στην τηλεόραση ένα ντοκιμαντέρ πως βάζουν μέσα και σταφίδα. Δημητράκη για ψάξε στο ντουλάπι έχει η μάνα πουθενά σταφίδες; Ναι έχει πετάγεται η Τζενούλα μας έχει εκεί ψηλά στα πάνω ντουλάπια μαζί με τα καρύδια. Καρύδια, να πάνε μέσα και τα καρύδια; Μπα στο μόνο που ξέρω πως τα βάζει η μάνα, είναι στην σκορδαλιά, εκτός από τα γλυκά βέβαια. Όχι καρύδια σταφίδα. Τι; βρήκες κουκουνάρι; Φέρτο φέρτο αφού το βάζει στην γέμιση της γαλοπούλας, άντε Δημητράκη μου κουνήσου το φαΐ βράζει δεν θα περιμένει εσένα κύριε Σαραβάκο. Ναι για τόλμα να τα πετάξεις μαύρε μου, και βλέπεις πόσα απίδια βάζει ο σάκος. Ορίστε σηκωθήκανε τα πόδια να βαρέσουν το κεφάλι.
Πόση ώρα άραγε να θέλουν όλα αυτά να βράσουν, κι άμα γίνει το ρύζι πιο νωρίς; Μα αφού αυτά τρώγονται και σκέτα τι έγινε κι άμα κρατάνε λιγάκι; Σιγά μια χαρά θα είναι, άλλωστε το χουν ξαναφάει για να ξέρουν; Μωρέ θα γλύφουν τα τσαρούχια τους ακόμα. Εγώ έχω ταλέντο και μου αρέσει να μαγειρεύω, ναι θα γίνω μάγειρας αν δεν σπουδάσω αυτό που θέλω. Και δουλειά θα έχω και αυτό που μου αρέσει θα κάνω , Τέλος θα γίνω μάγερας.
Για να δοκιμάσουμε και δυο σπυριά ρυζάκι έβρασε; Μμμ κοντεύει κοντεύει. και νόστιμο βγαίνει αλλά έχει μια καυτερό πικρούτσικη γεύση. Άγη για φέρε ρε τη μπουκάλα με το κρασί που πίνει ο πατέρας ρε, Ναι εκείνο το γυάλινο της coca colas (χμ πόσα χρόνια έχω τώρα να δω μεγάλο γυάλινο μπουκάλι coca cola, πως περνάν τα άτιμα, πότε ήμουνα 14 και πότε 40ρης).
Να και μια κουταλιά μεγάλη κρασάκι, και τι ωραία που μοσχοβολάει, το βάζει κι η μάνα στα μπιφτέκια που κάνει στο τηγάνι και μια ωραία σαλτσούλα που βγάζει το άτιμο, να γλείφεις και τα τσαρούχια σου.
Μάνα είσαι καλή δασκάλα, ωραία μαγειρεύεις. κι εγώ κλέβω ότι μπορώ και μαζί με την φαντασία μου πω πω τι ωραία πράγματα που θα φτιάχνω. Να σαν και τούτο το ριζότο που το βλέπω και δεν πιστεύω στα μάτια μου. Αμάν πάλι ξέχασα, παιδιααά! Φέρτε την κανέλα και το γαρύφαλλο απ το ντουλάπι και λίγο πιπέρι απ το κόκκινο. Τι; έχει και κύμινο; Φέρτα όλα και βλέπουμε άντε γιατί έγινε και δεν θα προλάβουν να βράσουν. Αχ με σας τους βοηθούς, που δεν σκέφτεστε κι εσείς κάτι. Και με σας τις πελάτισσες που όλο κουτσομπολιό πια, με ζαλίσατε.
Νατα και τα μπαχαρικά μας, μμμμ... ωραίες μυρωδιές γιαυτό μ' αρέσει το μαγείρεμα, για τις ωραίες μοσχοβολιές. Στάσου να δοκιμάσουμε λιγάκι. Έλα κι εσύ ρε Δημητρό για δες τρώγεται σου αρέσει;
Ε ναι ρε τι νόμισες, πως δεν ξέρω να μαγειρεύω; Πολύ καλό είναι γεια στα χέρια μου, ναι και στην βοήθεια που χα απ τα παλικάρια. Ρε σεις, άμα μεγαλώσετε θα σας πάρω βοηθούς μου και θα μαγειρεύουμε όλοι μαζί, και θα χουμε άλλους για βοηθούς. Ναι τα 3 αδέρφια θα λέγεται το μαγαζί κι άμα θέλουνε τα κορίτσια ή θα σερβίρουν ή θα κρατάνε τα λεφτά στο ταμείο, μη μας κλέβει κανένας ξένος. Όλοι μαζί μόνοι μας, και θα έρχονται η μάνα κι ο πατέρας να τρώνε, και θα βάλουμε και τον Γιάννη τον μεγάλο που ξέρει, να προσέχει το μαγαζί, άμα έρθει κανένας και δεν πληρώνει ή κάνει φασαρίες σαν μεθυσμένος θα τον αρπάζει αυτός και ξέρει.
Αχ, όνειρα καλπάζανε στης φαντασίας το άτι. Όνειρα παιδικά και περνούσαμε ζάχαρη, τότε που ακόμα δεν ξέραμε ούτε από ζωή ούτε από ευθύνες και ταλαιπωρίες. Τότε που όλα τα βλέπαμε εύκολα και παραμυθένια, και για κάθε τι είχαμε μια λύση. Φτάνει να ήμαστε όλοι μαζί, αγαπημένοι κι οικογένεια, έτσι μας έμαθε η μάνα κι ο πατέρας, μαζί και μονιασμένοι, αλλά το μέλλον μας τα κανε ροδάκινα. Κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει. Τότε όμως η συνταγές πηγαίναν μια χαρά, και η συγκεκριμένη πέτυχε τόσο που τα καημένα έφαγαν του σκασμού και μετά κοιλοπονούσαν. Ήταν βλέπετε και βαριά η συνταγή για τα παιδικά στομαχάκια τους, αλλά ακόμα και τώρα όποτε βρεθούμε, όλο και κάποιος πετάει την ιδέα. Δεν μας φτιάχνεις εκείνη την συνταγή με το ριζότο το δικό σου; Εννοείτε πως από τότε εδέχθη πολλές προσθήκες και παραλλαγές με αρκετή επιτυχία, αλλά το κυρίως θάμα παραμένει ίδιο. Ριζότο με μουστάρδα και σταφίδες.
Ριζότο του χωριάτη.
Υλικά: 1 πακέτο (μερίδα για 4 άτομα) ρύζι σπυρωτό ή μπαζμάτι
1 κρεμμύδι μεγαλούτσικο
1 σκελίδα σκορδάκι
1 κουταλιά σούπας μουστάρδα
1 κύβο Κνορ βοδινό
4-5 φύλλα δυόσμο & βασιλικό
1 κουταλιά καλή (βουνό) βούτυρο
1 φλιτζανάκι του καφέ κρασί λευκό
1 πρέζα γαρύφαλλο& κανέλα& πιπέρι κόκκινο, κύμινο (σε σκόνη)
1 κουταλιά σούπας (βουνό) κουκουνάρι
1 φλιτζανάκι σχεδόν σταφίδες
Για την παραλλαγή Ριζότο του ψαρά προσθέτουμε Γαρίδες ψίχα ή κονσέρβα τόνο σε νερό....
Για την εξίσου παραλλαγή Ριζότο του κυνηγού προσθέτουμε μπουκίτσες κρέατος τηγανισμένα καλά αλλά όχι καμένα ή ξεροψημένα, κατά προτίμηση από κρέας χοιρινού ή κοτόπουλου τα οποία προσθέτουμε στην τελευταία βράση λίγο πριν πιει τον ζωμό του. Προαιρετικά μπορούμε να βάλουμε και χυμό από μισό πορτοκάλι για να δώσει στο κρέας την αίσθηση γλυκόξινου καραμελλώματος.
Bon Appetit
Μεγάλη καψούρα το μαγείρεμα κι η κουζίνα από πιτσιρίκος τότε που πρόσεχα τα 4 μικρά αδέρφια μου, όταν η μάνα έλειπε στο χωράφι, κι αυτά τα θηριάκια όλο και κάτι σκαρφίζονταν για να με τρέχουν. Κι είχαν τα άτιμα και μια λίμα άλλο πράγμα κάθε δυο και τρεις όλο να μασουλάνε θέλανε.
Έτσι κι εγώ βρήκα τον τρόπο να τα έχω ήρεμα και χορτάτα παίζοντας το παιχνίδι της κουζίνας. Κατ αρχάς τα κορίτσια σαν πιο μικρά, κάναν τους πελάτες, οι άλλοι δυο αφού θελαν να κάνουν τους μεγάλους άντρες, τους έχωσα κι εγώ βοηθούς μαγείρου κι ήρθαν στα ίσα τους. Απλά πράγματα. Όλα αυτά τα θυμάμαι και γελάω με πολύ νοσταλγία κάθε φορά που ξεκινάω να μαγειρέψω εκείνο το ριζότο που πρώτα έφτιαξα, τότε μαζί τους. Για πάμε να το κάνουμε πάλι όπως παλιά πριν κάμποσες δεκαετίες.
Τζένη & Λίτσα στο τραπέζι διαβάζουν τον υποθετικό κατάλογο, αλλά η φωνή του Δημητράκη σαν πρώτος βοηθός, ενημερώνει πως η σπεσιαλιτέ είναι ριζότο του χωρικού. Κι αυτά να ρωτάνε και τι είναι το ριζότο; Ρίζες απ το χωράφι; Η μαμά δεν έφερε τίποτα τέτοιο...
Ο Άγης φέρνει ένα κρεμμύδι μεγάλο κι ο Δημητράκης το μικρό τσουβαλάκι με το ρύζι κι εξηγώ στα πελατάκια μας, ότι είναι μια αρχαία νοστιμιά από μια χώρα μακρινή, που οι κάτοικοί της έχουν μάτια σχιστά, να κάπως έτσι και τραβώ στα πλάγια λίγο τα μάτια μου. Αυτά γελάνε και μιμούνται ότι βλέπουν.
Το κρεμμύδι λοιπόν καθαρίζεται και ψιλοκόβεται μικρά μικρά κυβάκια, όπως έβλεπα την μάνα μου να κάνει κάθε φορά που έφτιαχνε την γέμιση για τα γιομιστά της. Αχ ρε μάνα και να ξερες τι ιδέες κατέβαζε η κεφάλα μου κάθε φορά που ερχόμουν τάχα να δω και να σε βοηθήσω.....
Πέφτει λοιπόν το κρομμυδάκι στην κατσαρόλα που καίει μια καλή κουταλιά της σούπας φρέσκο Μεσσηνιακό ελαιόλαδο κι αρχίζει το πανηγύρι. Κάπου εκεί σκέφτομαι, σαν να πηγαίνει κι ένα μικρούτσικο σκορδάκι αφού ξαδερφάκια είναι και ψιλοκόβω σβέλτα κι αυτό μέσα, μην προλάβει και μου καεί το κρεμμύδι. Και για να χω και σίγουρο το κεφάλι μου, ρίχνω και ένα φλιτζάνι του καφέ νερό μέσα, και να τα πρώτα τσιτσιρίσματα κι αφρίσματα από την βράση. Αλλά η άγνοια του πρωτάρη κι η δίψα του για δημιουργία όλα αυτά τα θεωρεί ως την χαρά του παιχνιδιού.
Ναι άλλα κάπου είδα, ότι το ριζότο πρέπει να κιτρινίζει και τώρα τι να βάλω μέσα; Δημητράκη για πιάσε ένα κύβο βοδινό απ το ψυγείο. Ούπς πάει κι αυτό μέσα, αλλά σαν να φαίνεται κάπως σκούρο τώρα όλο αυτό, δεν βάζουμε και μια κουταλιά μουστάρδα Άγης πιάσε την μουστάρδα γρήγορα, άιντε κανε καμιά δουλειά, τι σόι βοηθός είσαι εσύ; Λίγο νεράκι ακόμα γιατί σαν να ψιλοκολλάει η κατσαρόλα, και μια καλή κουταλιά μουστάρδας για να κιτρινίσει απ το κακό του ότι βράζει.
Ρύζι τώρα, αλλά πόσο να βάλω; Η μάνα έβαζε τρεις φλυτζάνες μεγάλες για να φάμε όλοι, τώρα εγώ να βάλω δυο κι όπου φτάσει, άμα περισσέψει έχουμε και την Τούρκα έξω, αυτή η σκυλίτσα τρώει τα πάντα, μέχρι κάστανα μασουλάει. Να και το ρύζι! Ωχ τι έγινε και στούμπωσε έτσι; μάλλον νερό θέλει αλλά πόσο να βάλουμε ρε Δημητρό, μην μας βγει και σούπα. Σάμπως ξέρει κι αυτός ο φουκαράς που χει μείνει να με κοιτά, που γυρνάω σαν την σβούρα στην κουζίνα, κι όλο κάτι θέλω και κάτι ψάχνω. Μέχρι που μου πετά και το κορυφαίο : Άμα εσύ είσαι μάγειρας κι εγώ είμαι Σαραβάκος. Μεγάλος οπαδός του ο Δημητράκης, και φανατικός Βάζελος μέχρι και σήμερα. Βάλε ρε μούργο, ένα μπρικάκι με νερό να χω δω να βράζει μπας και μας χρειαστεί παρακάτω, που θες να γίνεις και Σαραβάκος, στραβοπόδη, πήρε την πληρωμένη απάντηση ο μικρός. Τέσσερα χρονάκια πιο μεγάλος είμαι, κι εκεί αυτός, συνεχίζει να μου την μπαίνει και να μου πουλά εξυπνάδα το νιάνιαρο.
Οι πελάτισσές μας γελάνε και κουτσομπολεύουν συνεχώς, κι όλο συμβουλές κι υποδείξεις είναι, πως η μαμά τους μαγειρεύει καλύτερα, και κάνει αυτό κι εκείνο και το άλλο. Αμάν πια, γλώσσα δεν βάζουν μέσα τα σκασμένα. Ει! οι πελάτες περιμένουν, δεν μαγειρεύουν, πετάγεται μια στιγμή κι ο Άγης, που τόση ώρα παρακολουθεί κι εμάς κι αυτές. Περιμένετε να δούμε τι θα κάνει πάλι ο ζουρλός, η θα φάμε, η φωτιά θα μας βάλει, όπως τότε που παίζαμε τους Ινδιάνους κι ήθελε να στείλει σήματα καπνού.
Τα τσογλανάκια πάντα μου θυμίζανε ότι πατάτα είχα κάνει στην καριέρα μου. Ας είναι, θα τους δείξω εγώ, μια μέρα θα γίνω μάγειρας, κι άμα μου έρχονται για πελάτες τελευταίοι θα τρώνε και θα πληρώνουν κι ακριβότερα τα τομάρια.
Πάλι ήπιε το νερό κι αυτό το παλιορύζι, αχ τι θα κάνω δεν το προλαβαίνω, το μπρικάκι όλο βράζει και ποτέ δεν φτάνει. Να ρίξω και λίγο βουτυράκι που θυμάμαι βάζει κι η μάνα στο πιλάφι της. Αχού ξέχασα να βάλω και λιγάκι δυόσμο που μου αρέσει. Άγη κόψε 5-6 φύλλα δυόσμο απ την γλάστρα στην αυλή και λιγάκι βασιλικό ρε, και σβέλτα. Τι καλά να χεις και βοηθούς όταν μαγειρεύεις, ότι θες στο φέρνουν και μαθαίνουν κιόλας από σένα. Ωραία είναι μ' αρέσει, όταν θα μαι μεγάλος μάγειρας θα χω πολλούς βοηθούς να φτιάχνουν τα υλικά αυτοί όλα, και μετά εγώ θα μαγειρεύω και θα χαίρομαι την δημιουργία κάθε καινούριου φαγητού. Γιατί εγώ θέλω να φτιάχνω δικά μου καινούρια φαγητά κι όχι όλα αυτά που τρώμε κάθε μέρα σπίτι, όλο τα ίδια και τα ίδια και ειδικά όχι τις παλιομπάμιες. Γιαχ! με τα παλιοσάλια τους, κι εκείνες τις βρωμοσουπιές με σπανάκι που μετά βρωμά όλο το σπίτι σουπίλα,,,
(Ποτέ δεν τα συμπάθησα αυτά τα δυο εδέσματα για κάποιους άλλους, αηδιάσματα για μένα. Τα μαγειρεύω ναι, αλλά με κρύα καρδιά ειδικά τις σουπιές, οπού στάζω και μια ψιλή κρασάκι για να σπάζει η σουπίλα που δεν αντέχω με τίποτε)
Μπράβο ρε Αγησίλαε, σφαίρα είσαι αγόρι μου, φέρτα να τα πλύνω μια στιγμή και να τα κόψω κι αυτά. Αλλά αν δεν τους αρέσουν μέσα; Ας μην τα κόψω καλύτερα κι άμα βράσουν τα βγάζω κι ούτε γάτα μήτε ζημιά. Πάει κι αυτό. Αχ κι άλλο νερό θέλει το ρημάδι όλο διψάει. Χμ τι άλλο να βάλω μέσα; Κάπου είδα στην τηλεόραση ένα ντοκιμαντέρ πως βάζουν μέσα και σταφίδα. Δημητράκη για ψάξε στο ντουλάπι έχει η μάνα πουθενά σταφίδες; Ναι έχει πετάγεται η Τζενούλα μας έχει εκεί ψηλά στα πάνω ντουλάπια μαζί με τα καρύδια. Καρύδια, να πάνε μέσα και τα καρύδια; Μπα στο μόνο που ξέρω πως τα βάζει η μάνα, είναι στην σκορδαλιά, εκτός από τα γλυκά βέβαια. Όχι καρύδια σταφίδα. Τι; βρήκες κουκουνάρι; Φέρτο φέρτο αφού το βάζει στην γέμιση της γαλοπούλας, άντε Δημητράκη μου κουνήσου το φαΐ βράζει δεν θα περιμένει εσένα κύριε Σαραβάκο. Ναι για τόλμα να τα πετάξεις μαύρε μου, και βλέπεις πόσα απίδια βάζει ο σάκος. Ορίστε σηκωθήκανε τα πόδια να βαρέσουν το κεφάλι.
Πόση ώρα άραγε να θέλουν όλα αυτά να βράσουν, κι άμα γίνει το ρύζι πιο νωρίς; Μα αφού αυτά τρώγονται και σκέτα τι έγινε κι άμα κρατάνε λιγάκι; Σιγά μια χαρά θα είναι, άλλωστε το χουν ξαναφάει για να ξέρουν; Μωρέ θα γλύφουν τα τσαρούχια τους ακόμα. Εγώ έχω ταλέντο και μου αρέσει να μαγειρεύω, ναι θα γίνω μάγειρας αν δεν σπουδάσω αυτό που θέλω. Και δουλειά θα έχω και αυτό που μου αρέσει θα κάνω , Τέλος θα γίνω μάγερας.
Για να δοκιμάσουμε και δυο σπυριά ρυζάκι έβρασε; Μμμ κοντεύει κοντεύει. και νόστιμο βγαίνει αλλά έχει μια καυτερό πικρούτσικη γεύση. Άγη για φέρε ρε τη μπουκάλα με το κρασί που πίνει ο πατέρας ρε, Ναι εκείνο το γυάλινο της coca colas (χμ πόσα χρόνια έχω τώρα να δω μεγάλο γυάλινο μπουκάλι coca cola, πως περνάν τα άτιμα, πότε ήμουνα 14 και πότε 40ρης).
Να και μια κουταλιά μεγάλη κρασάκι, και τι ωραία που μοσχοβολάει, το βάζει κι η μάνα στα μπιφτέκια που κάνει στο τηγάνι και μια ωραία σαλτσούλα που βγάζει το άτιμο, να γλείφεις και τα τσαρούχια σου.
Μάνα είσαι καλή δασκάλα, ωραία μαγειρεύεις. κι εγώ κλέβω ότι μπορώ και μαζί με την φαντασία μου πω πω τι ωραία πράγματα που θα φτιάχνω. Να σαν και τούτο το ριζότο που το βλέπω και δεν πιστεύω στα μάτια μου. Αμάν πάλι ξέχασα, παιδιααά! Φέρτε την κανέλα και το γαρύφαλλο απ το ντουλάπι και λίγο πιπέρι απ το κόκκινο. Τι; έχει και κύμινο; Φέρτα όλα και βλέπουμε άντε γιατί έγινε και δεν θα προλάβουν να βράσουν. Αχ με σας τους βοηθούς, που δεν σκέφτεστε κι εσείς κάτι. Και με σας τις πελάτισσες που όλο κουτσομπολιό πια, με ζαλίσατε.
Νατα και τα μπαχαρικά μας, μμμμ... ωραίες μυρωδιές γιαυτό μ' αρέσει το μαγείρεμα, για τις ωραίες μοσχοβολιές. Στάσου να δοκιμάσουμε λιγάκι. Έλα κι εσύ ρε Δημητρό για δες τρώγεται σου αρέσει;
Ε ναι ρε τι νόμισες, πως δεν ξέρω να μαγειρεύω; Πολύ καλό είναι γεια στα χέρια μου, ναι και στην βοήθεια που χα απ τα παλικάρια. Ρε σεις, άμα μεγαλώσετε θα σας πάρω βοηθούς μου και θα μαγειρεύουμε όλοι μαζί, και θα χουμε άλλους για βοηθούς. Ναι τα 3 αδέρφια θα λέγεται το μαγαζί κι άμα θέλουνε τα κορίτσια ή θα σερβίρουν ή θα κρατάνε τα λεφτά στο ταμείο, μη μας κλέβει κανένας ξένος. Όλοι μαζί μόνοι μας, και θα έρχονται η μάνα κι ο πατέρας να τρώνε, και θα βάλουμε και τον Γιάννη τον μεγάλο που ξέρει, να προσέχει το μαγαζί, άμα έρθει κανένας και δεν πληρώνει ή κάνει φασαρίες σαν μεθυσμένος θα τον αρπάζει αυτός και ξέρει.
Αχ, όνειρα καλπάζανε στης φαντασίας το άτι. Όνειρα παιδικά και περνούσαμε ζάχαρη, τότε που ακόμα δεν ξέραμε ούτε από ζωή ούτε από ευθύνες και ταλαιπωρίες. Τότε που όλα τα βλέπαμε εύκολα και παραμυθένια, και για κάθε τι είχαμε μια λύση. Φτάνει να ήμαστε όλοι μαζί, αγαπημένοι κι οικογένεια, έτσι μας έμαθε η μάνα κι ο πατέρας, μαζί και μονιασμένοι, αλλά το μέλλον μας τα κανε ροδάκινα. Κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει. Τότε όμως η συνταγές πηγαίναν μια χαρά, και η συγκεκριμένη πέτυχε τόσο που τα καημένα έφαγαν του σκασμού και μετά κοιλοπονούσαν. Ήταν βλέπετε και βαριά η συνταγή για τα παιδικά στομαχάκια τους, αλλά ακόμα και τώρα όποτε βρεθούμε, όλο και κάποιος πετάει την ιδέα. Δεν μας φτιάχνεις εκείνη την συνταγή με το ριζότο το δικό σου; Εννοείτε πως από τότε εδέχθη πολλές προσθήκες και παραλλαγές με αρκετή επιτυχία, αλλά το κυρίως θάμα παραμένει ίδιο. Ριζότο με μουστάρδα και σταφίδες.
Ριζότο του χωριάτη.
Υλικά: 1 πακέτο (μερίδα για 4 άτομα) ρύζι σπυρωτό ή μπαζμάτι
1 κρεμμύδι μεγαλούτσικο
1 σκελίδα σκορδάκι
1 κουταλιά σούπας μουστάρδα
1 κύβο Κνορ βοδινό
4-5 φύλλα δυόσμο & βασιλικό
1 κουταλιά καλή (βουνό) βούτυρο
1 φλιτζανάκι του καφέ κρασί λευκό
1 πρέζα γαρύφαλλο& κανέλα& πιπέρι κόκκινο, κύμινο (σε σκόνη)
1 κουταλιά σούπας (βουνό) κουκουνάρι
1 φλιτζανάκι σχεδόν σταφίδες
Για την παραλλαγή Ριζότο του ψαρά προσθέτουμε Γαρίδες ψίχα ή κονσέρβα τόνο σε νερό....
Για την εξίσου παραλλαγή Ριζότο του κυνηγού προσθέτουμε μπουκίτσες κρέατος τηγανισμένα καλά αλλά όχι καμένα ή ξεροψημένα, κατά προτίμηση από κρέας χοιρινού ή κοτόπουλου τα οποία προσθέτουμε στην τελευταία βράση λίγο πριν πιει τον ζωμό του. Προαιρετικά μπορούμε να βάλουμε και χυμό από μισό πορτοκάλι για να δώσει στο κρέας την αίσθηση γλυκόξινου καραμελλώματος.
Bon Appetit
5 σχόλια:
Μιαμ! Μιαμ! μου άνοιξες την όρεξη!... Τί καλά να έχεις τόσα αδέρφια!...Πάντα θα είναι κάποιος διαθέσιμος για να του πείς τον πόνο σου και να μοιραστείς τη χαρά σου...
Μιαμ μιαμ κι εγώ με τη σειρά μου....Οι μυρωδιές και οι γεύσεις που δένονται με ανθρώπους,πάντα είναι οι εύοσμες και οι πιο εύγευστες...
Καλημέρα όλη μέρα...
@Ευαγγελία φίλη μου έτσι είναι φτάνει να τους έχεις κοντά κι όχι 300χλμ μακριά όπως εγώ.
Το παλεύουμε όμως με τα τηλέφωνα και το msn.
Αγάπη να υπάρχει κι όλα γίνονται... Όσο για την
όρεξη, κρίμα που δεν είσαι κοντά να στείλω delivery...
@Anastazzzia καλώς όρισες. Εύστοχος ο σχολιασμός σου έπιασες το πνεύμα γραφής μου. Ανθρώπινες στιγμές ζυμωμένες με απλά καθημερινά πράγματα...Γεύση αναμνήσεων...
Αντί για κνορ, που δεν το πάω με τίποτα, τι μπορεί να βάλει κανείς;
Χαιρετώ σε Apokalipsis999. Μπορεί κάλλιστα να το αντικαταστήσει με μια πρέζα σαφράν και δυο κόκκους κάρυ σε τρεις σταγόνες λεμόνι. Δίνει σχεδόν το ίδιο άρωμα και χρώμα...Ακόμα και χωρίς όλα αυτά παραμένει γευστικό, ανάλογα τα γούστα. Η μαγειρική εξάλλου είναι φαντασία και περιέχει πάντα την προσωπικότητα του δημιουργού(μάγειρα)
Δημοσίευση σχολίου