Καθώς ένιωθε την βροχή να πέφτει στους ώμους του, και φοβούμενος πως σε λίγο θα ξεσπούσε η καταιγίδα, σήκωσε το κοντάρι του και, καταφέρνοντας κάμποσα χτυπήματα στην πόρτα, έκανε γρήγορα χώρο για να περάσει μέσα το γαντοφορεμένο χέρι του. Και τώρα,τραβώντας την πόρτα με δύναμη, την έσπασε, κι έσκισε τα σανίδια' κι ο κρότος απ' το ξερό, κούφιο ξύλο αντήχησε σε όλο το δάσος.
Μα, όταν ο καλός ιππότης Έθελντρεντ, άνοιξε την πόρτα και μπήκε, στάθηκε γεμάτος οργή και κατάπληξη, γιατί δεν είδε πουθενά τον ερημίτη, στην θέση του καθόταν ένας τεράστιος λεπιδωτός δράκοντας, με γλώσσα που πετούσε φλόγες. και φυλούσε ένα χρυσό παλάτι, με ασημένιο πάτωμα.
Στον τοίχο, κρέμονταν μια αστραφτερή, χάλκινη ασπίδα, που χε πάνω χαραγμένους αυτούς τους στίχους:
Αν, σε αυτόν τον χώρο μπεις, θα σαι ο κατακτητής.
Αν, τον δράκοντα σκοτώσεις, την ασπίδα θα ζωστείς.
Κι, ο Έθελντρεντ, σήκωσε το ρόπαλο του, και χτύπησε βαριά το κεφάλι του δράκοντα. Κι αυτός, έπεσε μπροστά στα πόδια του, αφήνοντας την τελευταία βρωμερή πνοή του, με μια στριγκλιά, τόσο σκληρή, τόσο τρομακτική, και διαπεραστική, ώστε ο Έθελντρεντ αναγκάστηκε να κλείσει τα αυτιά του με τα χέρια, για να μην ακούει αυτόν τον φοβερό ήχο, που όμοιός του δεν είχε ξανακουστεί.
Και τώρα ο ιππότης, αφού γλύτωσε από την τρομερή μανία του δράκοντα, έφερε στον νου του την χάλκινη ασπίδα, και σκέφτηκε πως είχαν λυθεί τα μάγια που την έδεναν.
Έκανε πέρα το κουφάρι που ήταν σωριασμένο εμπρός του, και πλησίασε γενναία στο ασημοστρωμένο δάπεδο του κάστρου, όπου, από πάνω, στον τοίχο, κρεμόνταν η ασπίδα.
Και, χωρίς καν, να προλάβει να την αγγίξει, αυτή έπεσε στα πόδια του, πάνω στο ασημένιο πάτωμα, με έναν τρομερό, κουδουνιστό ήχο....
Ο τρελός Τρίστ του Λάνσελοτ Κάνινγκ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου